Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2007

Κράμερ και Σπρένγκερ.

Αμφότεροι οι Κράμερ και Σπρένγκερ ήταν πολυγραφότατοι συγγραφείς, και μέρος του Malleus Maleficarum ενσωματώνει ένα περιεκτικό χειρόγραφο σχετικά με την μαγική τέχνη, το οποίο είχε γράψει ο Κράμερ το 1485. Βασισμένο γενικά στην Βιβλική δήλωση, «Καμία μάγισσα (γυναίκα που κάνει μαγγανείες, ΜΝΚ) δεν πρέπει να αφήνεις να ζει» (Έξοδος 22:17 [18], ΝΜΒ), το βιβλίο παίρνει κάποια στοιχεία από τις Γραφές και από έργα του Αριστοτέλη, του Αυγουστίνου και του Θωμά Ακινάτη για να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς του. Ο σεξισμός που εμφανίζεται στο έργο αυτό είναι αναμφισβήτητος· η πεποίθηση των συγγραφέων ότι οι γυναίκες είναι πλάσματα κατώτερα, αδύναμα, που εύκολα διαφθείρονται, τονίζεται συχνά από την αρχή ως το τέλος του κειμένου αυτού.

Συνολικά, το Malleus Maleficarum διακηρύττει ότι μερικά πράγματα τα οποία ισχυρίζονται οι μάγισσες, όπως οι μεταμορφώσεις ζώων, ήταν απλές οφθαλμαπάτες προκαλούμενες από τον Διάβολο για να τις παγιδέψει, ενώ άλλες πράξεις, όπως η πτήση, η πρόκληση καταιγίδων και η καταστροφή σοδειών, ήταν πραγματικές. Το βιβλίο πραγματεύεται σε βάθος τις έκλυτες πράξεις των μαγισσών, την ικανότητά τους να δημιουργούν ανικανότητα στους άνδρες και ακόμα αφήνει περιθώριο στον ισχυρισμό ότι οι δαίμονες θα μπορούσαν να είναι οι πατέρες παιδιών μαγισσών. Το ύφος του κειμένου είναι άκρως σοβαρό —ακόμη και οι πιο απίστευτες δηλώσεις παρουσιάζονται ως αξιόπιστες πληροφορίες

Μια αντικληρική ιστορία η οποία περιέχεται στο βιβλίο ήταν η βάση για τη νορβηγική και βρετανική όπερα-μιούζικαλ Which Witch. Το έργο περιγράφει την δίκη και την δίωξη μιας αθώας Ιταλίδας, η οποία καίγεται δεμένη σε έναν πάσσαλο από συνωμότες στην Γερμανία, εξαιτίας των σχέσεών της με ένα σημαίνοντα Γερμανό επίσκοπο. Κάνει νύξη στην πρωτότυπη πηγή του στο καυστικό εναρκτήριο νούμερο, με τίτλο "Malleus Maleficarum". Το έργο έλαβε από χλιαρές μέχρι σκληρές κριτικές, και έχει κατηγορηθεί ως «το χειρότερο μιούζικαλ όλων των εποχών», παρά την αυξανόμενη καλτ μόδα στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η μουσική σύνθεση έγινε από τους Μπένεντικτ Αντριάν (Benedicte Adrian) και τον Ίνγκριντ Μπιόρνοβ (Ingrid Bjornov), ενώ ο Αντριάν συμμετέχει και με έναν ρόλο.

Το 1963 ο Τσέχος συγγραφέας Βάτσλαβ Καπλίτσκι (Vaclav Kaplicky) έγραψε μια νουβέλα αποκαλούμενη Kladivo na carodejnice (η φράση "Malleus maleficarum" στα Τσέχικα) και το 1969 (ένα χρόνο μετά την σοβιετική κατάληψη της Τσεχοσλοβακίας) ο Οτακάρ Βάβρα (Otakar Vavra) γύρισε μια ταινία βασισμένη στη νουβέλα, η οποία έγινε σύμβολο τής εποχής τής ομαλοποίησης και σύντομα απαγορεύτηκε.

Οι μεταλλαγές.

Ως εξελικτικές δυνάμεις στη βιολογία, δυνάμεις δηλαδή που ωθούν στην διαφοροποίηση, βελτίωση, αλλαγή και προσαρμογή των βιολογικών ειδών, θεωρούνται οι μεταλλαγές, η γενετική παρέκκλιση, η ροή γενετικού υλικού, και η φυσική επιλογή. Οι τέσσερις αυτές δυνάμεις είναι οι μόνες που μπορούν να αλλάξουν τις γονιδιακές συχνότητες με την πάροδο του χρόνου.
Οι μεταλλαγές είναι ο παράγοντας που εισάγει νέα γονιδιακή ποικιλομορφία στα πλαίσια ενός πληθυσμού, συντελώντας έτσι στην αλλαγή του γονιδιακού δυναμικού, αλλά με πολύ μικρό ρυθμό και χωρίς τη δυνατότητα αλλαγής της γονιδιακής συχνότητας.
Ως γενετική παρέκκλιση ορίζουμε την τυχαία αλλαγή των γονιδιακών συχνοτήτων από τη μια γενιά στην επόμενη. Η αναπαραγωγική διαδικασία θυμίζει λίγο το κορώνα ή γράμματα. Ο κάθε γονιός περνάει στα παιδιά του το 50% των γενετικών του στοιχείων. Αν τυχαία ευνοηθεί η μεταφορά του «ενός μισού» έναντι του άλλου, επισυμβαίνει γενετική παρέκκλιση.
Η ροή γενετικού υλικού ή αλλιώς γενετική ανάμειξη συνίσταται στην μεταφορά γονιδίων ανάμεσα στους πληθυσμούς. Κατά τη γενετική ανάμειξη οι πληθυσμοί στους οποίους επισυμβαίνει το φαινόμενο τείνουν να μοιάζουν περισσότερο.
Τέλος οι φυσική επιλογή (ΦΕ) στηρίζεται στη θεωρία του Δαρβίνου περί επιβίωσης του ικανοτέρου ή διαφορετικά του καλύτερα προσαρμοσμένου. Η ΦΕ δε δημιουργεί καινούργια γενετική ποικιλομορφία, αλλά ωθεί την εξέλιξη προς κάποια κατεύθυνση με γνώμονα την επιβίωση και πρώτη ύλη την ποικιλομορφία που προκαλείται από τις άλλες τρεις εξελικτικές δυνάμεις.
Στα πλαίσια ενός πληθυσμού η προσαρμογή είναι μια δυναμική διαδικασία που διατηρεί και μεταβάλει τη ζωτικότητά του. Η δράση της φυσική επιλογής λοιπόν μπορεί να σταθεροποιεί την κατανομή προσαρμοσμένων ατόμων, να την μεταφέρει προς κάποια κατεύθυνση ή να είναι διασπαστική τείνοντας να δημιουργήσει 2 διαφορετικούς πληθυσμούς.
Πως τώρα όλα αυτά μπορεί να εφαρμοστούν στην πολιτική πραγματικότητα. Καμιά πολιτική λογική δε μένει στάσιμη. Υπάρχουν φυσικά κάποιες βασικές αρχές αλλά η εφαρμογή τους ποικίλει ανάλογα με τα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα κάθε ιστορικής στιγμής. Ως μεταλλαγή λοιπόν στα πλαίσια μιας πολιτικής θεωρίας μπορεί να θεωρηθεί η έκφραση διαφορετικών αντιλήψεων πάνω στο ίδιο πολιτικό ζήτημα, κάποιων σκληροπυρηνικών και στάσιμων για παράδειγμα από την πλειοψηφία και κάποιων νέων ριζοσπαστικών από μια μικρή ομάδα. Ως γενετική παρέκκλιση μπορεί να θεωρηθεί η καλώς ή κακώς κρατούσα οικογενειοκρατία, η οποία σε άλλες περιπτώσεις οδηγεί στην εξέλιξη αφού το νέο άτομο πραγματικά αξίζει να συνεχίσει το δρόμο της οικογένειας σε άλλες όμως οδηγεί προοδευτικά σε οπισθοδρόμηση και κρίση ταυτότητας. Τέλος η γενετική ροή συνίσταται στην ανάμειξη πολιτικών στοιχείων και ιδεολογιών και στον εμπλουτισμό με νέες ιδέες και δυνατότητες από νέο έμψυχο σκεπτόμενο δυναμικό.
Ο πολιτικός ηγέτης με τη συνεργασία του λαού παίζει το ρόλο της φυσικής επιλογής. Είναι αυτός του οποίου οι αποφάσεις και η συμπεριφορά θα οργανώσουν και θα εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες που παρέχονται μέσω των εξελικτικών δυνάμεων. Είναι αυτός που θα πρέπει να επιλέξει ποια τάση και ποια μορφή πολιτικής και προφίλ θα πρέπει να ακολουθηθεί.
Η φυσική επιλογή είναι ο παράγοντας σταθεροποίησης ή διάσπασης ενός πληθυσμού στο βιολογικό κόσμο. Ο πολιτικός ηγέτης είναι αυτός που θα διατηρήσει την ζωντάνια και δυναμικότητα της πολιτικής ιδέας που προωθεί εναρμονίζοντας την με τα σύγχρονα δεδομένα αποτρέποντας τη στασιμότητα των εισερχόμενων εξελικτικών στοιχείων. Συμπερασματικά η ίδια δυναμική που επικρατεί στο βιολογικό κόσμο οφείλει να επικρατεί στην πολιτική φιλοσοφία αν στόχος της είναι η κοινονικοπολιτισμική εξέλιξη.

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2007

Αναστελλεται η αλιεια του τονου.

Να αναστείλει την αλιεία τόνου στον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο για το 2007 αποφάσισε η Ευρωπαϊκή επιτροπή, καθώς εξαντλήθηκε η ποσόστωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον τόνο το 2007, ύψους 16.779,5 τόνων.

Η Επιτροπή οφείλει ως εκ τούτου να αναστείλει την αλίευση του είδους από τους στόλους όλων των χωρών της ΕΕ.

Η αναστολή αφορά την Ελλάδα, την Κύπρο, τη Μάλτα, την Πορτογαλία και την Ισπανία, αφού τα άλλα δύο κράτη-μέλη που αναπτύσσουν σχετική δραστηριότητα, δηλαδή η Ιταλία και η Γαλλία, ανέστειλαν την αλιεία από τους στόλους τους τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, αντιστοίχως.

Στη σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε την Τετάρτη η Επιτροπή αναφέρει ακόμη ότι διαπίστωσε αδυναμίες στα αναγκαία αποστελλόμενα στοιχεία ως προς τα αλιεύματα για την παρακολούθηση της απορρόφησης της ευρωπαϊκής ποσόστωσης σε κλίμακα πραγματικού χρόνου και ότι σκοπεύει συντόμως να λάβει μέτρα για να αντιμετωπιστούν οι αδυναμίες αυτές. Η Επιτροπή θα εισηγηθεί επίσης εγκαίρως μέτρα για την αλιεία το 2008, ώστε να προληφθούν τα προβλήματα που ανεφύησαν φέτος.

Ο αρμόδιος για την αλιεία και τις ναυτιλιακές υποθέσεις Επίτροπος Τζο Μποργκ προέβη στην ακόλουθη δήλωση: "Υφίστανται σαφώς προβλήματα τόσο με την υπεραλίευση αποθέματος που ήδη απειλείται με κατάρρευση όσο και με την ισοτιμία μεταξύ των οικείων κρατών-μελών. Η Επιτροπή, όπως έχει υποχρέωση, θα πράξει παν το δυνατόν για να αντιμετωπίσει επειγόντως τα ζητήματα αυτά".

Τέλος, στη σχετική ανακοίνωση της Επιτροπής υπογραμμίζεται ότι στην περίπτωση κρατών-μελών τα οποία δεν έχουν ακόμη συμπληρώσει την ποσόστωσή τους, υπάρχουν διατάξεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την αντιστάθμιση των οικείων μερών κατά τα επόμενα έτη.


Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2007

Οδηγος Καταναλωτων για μεταλλαγμενα.

Μάιος 2007

Ζωικά Προϊόντα


Ο νέος Οδηγός Καταναλωτών της Greenpeace περιλαμβάνει τα στοιχεία που συγκέντρωσε η οργάνωση μεταξύ Ιουλίου

και Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τη χρήση μεταλλαγμένων ζωοτροφών από τις εταιρείες παραγωγής ζωικών προϊόντων

στην Ελλάδα. Ο Οδηγός Καταναλωτών αλλάζει κάθε φορά που υπάρχει αλλαγή στη στάση κάποιας εταιρίας τροφίμων.


Πώς συντάχθηκε ο Οδηγός Καταναλωτών;


Η Greenpeace ζήτησε από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες ζωικών προϊόντων στην Ελλάδα να δώσουν γραπτές απαντήσεις

και να προσκομίσουν εγγυήσεις (πιστοποιητικά, εργαστηριακές αναλύσεις) όσον αφορά στη χρήση μεταλλαγμένων

οργανισμών στις ζωοτροφές. Οι απαντήσεις τους αποτέλεσαν τη βάση για να συνταχθεί αυτός ο οδηγός. Παράλληλα,

με ελέγχους και δειγματοληπτικές αναλύσεις, η Greenpeace προσπαθεί να επιβεβαιώσει "του λόγου το αληθές".


Οι εταιρίες παραγωγής ζωικών προϊόντων κατατάχθηκαν σε τρεις (3) κατηγορίες βάσει τωνγραπτών απαντήσεων και

των εγγυήσεων που προσκόμισαν:


ΠΡΑΣΙΝΟ ΜΕ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ : εταιρείες που προχώρησαν σε πιστοποίηση

από διαπιστευμένους διεθνείς ή ελληνικούς οργανισμούς ελέγχου και πιστοποίησης, που

αποδεικνύουν πως χρησιμοποιούν αποκλειστικά μη μεταλλαγμένες ζωοτροφές.


ΠΡΑΣΙΝΟ (Π): εταιρίες οι οποίες εγγυώνται ότι τα προϊόντα τους προέρχονται από

ζώα που δεν έχουν τραφεί με μεταλλαγμένους οργανισμούς και προσκομίζουν συστηματικά

πιστοποιητικά για την καθαρότητα των χρησιμοποιούμενων ζωοτροφών.


ΚΟΚΚΙΝΟ (Κ):

εταιρίες που:

- δήλωσαν εγγράφως ότι τα προϊόντα τους προέρχονται από ζώα που δεν έχουν

τραφεί με μεταλλαγμένους οργανισμούς, χωρίς όμως να προσκομίζουν τα

σχετικά πιστοποιητικά.

- έχουν δώσει ασαφείς απαντήσεις.

- δεν απάντησαν καθόλου στο ερωτηματολόγιο της Greenpeace


ΑΒΓΑ


Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή Αβγά (Π)

Βλαχάκης Αβγά (Π)

Μέγα Φαρμ Συσκευασμένα Aβγά (Κ)

Χρυσά Αυγά Συσκευασμένα Αβγά (Κ)


ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ


HQF Aγ.Iωάννης Κοτόπουλα, Μιμίκος Κοτόπουλα (Π)

Αγγελάκης Κοτόπουλα (Π)

Αγροζωή Κοτόπουλα (Π)

Αφοί Κλημέντζου-Πλεσιώτη Κοτόπουλα Μεσογείων (Π)

Αφοί Παπαμικρούλη Fresh Κοτόπουλα (Κ)

Γαλανός Κοτόπουλα Μεσημερίου Κοτόπουλα (Κ)

Γεννάδιος ΑΒΕΕ Κοτόπουλα (Π)

Καραγιαννάκης Ανδρέας Α.Ε. Κοτόπουλα (Κ)

ΚΟΤΙΝΟ ΑΕΒΕ Κοτόπουλα (Κ)

Λειβαδίτης Κοτόπουλα (Κ)

Μαζαράκι ΑΒΕΕ - ΒΟΚΤΑΣ Κοτόπουλα (Π)

Νιτσιάκος Κοτόπουλα (Π)

Πίνδος Κοτόπουλα (Π)

Πτηνοπαραγωγή Κοτόπουλα (Π)

Πτηνοτροφικός Συνεταιρισμός Άρτας Κοτόπουλα (Π)

Σαραμούρτση Κοτόπουλα (Κ)

ΦΡΕΣΚΟΤ Κοτόπουλα (Κ)

Χ. ΛΙΟΓΚΑΣ & ΥΙΟΙ ΑΕΒΕ Κοτόπουλα (Κ)


ΓΑΛΑ *


Nestle Γάλα (Κ)

Αγνό Γάλα (Κ)

Αμερικάνικη Γεωργική Σχολή Γάλα (Π)

Βέρο Κρητικό Γάλα (Π)

ΔΕΛΤΑ Γάλα (Π ?)

ΔΩΔΩΝΗ Γάλα (Κ)

Ευρωτροφές ΑΒΕΕ Γάλα (Π ?)

Εβροφάρμα Γάλα (Κ)

Κρι-Κρι Γάλα (Π ?)

ΜEΒΓΑΛ Γάλα (Π ?)

Μακεδονική Φάρμα Γάλα (Π)

ΝΕΟΓΑΛ (Δράμας) Γάλα (Κ)

Όλυμπος Γάλα (Π ?)

Ροδόπη Γάλα (Κ)

ΣΕΡΓΑΛ Γάλα (Κ)

ΤΥΡΑΣ ΑΕ Γάλα (Κ)

ΦΑΓΕ Γάλα (Κ)

ΦΑΡΜΑ ΚΟΥΚΑΚΗ Γάλα (Π)


* Η έρευνα της Greenpeace αφορά αποκλειστικά το γάλα και όχι τα υπόλοιπα γαλακτοκομικά προϊόντα των παραπάνω

εταιρειών, με εξαίρεση την εταιρία Κρι-Κρι που διαθέτει πιστοποίηση και για το γιαούρτι.


ΓΑΛΑΚΤΟΚΟΜΙΚΑ


Arla Βούτυρο (Κ)

Danone Γαλακτοκομικά (Κ)

Friesland Νουνού Γάλα, γιαούρτι (Κ)


ΠΑΓΩΤΑ


Unilever Παγωτά Algida (Κ)

NESTLE * Παγωτά (Κ)

Αγνό Παγωτά (Κ)

Δωδώνη Παγωτά (Κ)

ΕΒΓΑ Παγωτά (Κ)

Κρι-Κρι Παγωτά (Π ?)


* Τα παγωτά ΔΕΛΤΑ ανήκουν πλέον στη NESTLE


ΑΛΛΑΝΤΙΚΑ – ΚΡΕΑΣ


Creta Farm Ζαμπόν, Παρίζα, Σαλάμι Αέρος, Λουκάνικα, Γαλοπούλα, Μπέικον (Π)

Dianik Λουκάνικα, Μορταδέλα, Μπέικον (Κ)

Primo Λουκάνικα, Μορταδέλα, Σαλάμι (Κ)

Αλλαντικά Μακεδονίας Λουκάνικα, Παριζάκι, Σαλάμι (Κ)

Β.Ι.Κ.Η Μπέικον, Παριζάκι, Σαλάμι (Κ)

Βέκκα Γαλοπούλα, Λουκάνικα, Σαλάμι, Xoιρομέρι (Κ)

Έδεσμα ΑΕΒΕ Λουκάνικα, Παρίζα, Σαλάμι (Κ)

Ζλάτης Αλλαντικά (Κ)

Θράκη Παριζάκι, Πικ-Νικ, Χοιρινό (Κ)

Κάρνικα Αλλαντικά (Κ)

ΚΡΕ.ΚΑ ΑΕ Κρέας (Π)

Νίκας Λουκάνικα, Παρίζα, Σαλάμι (Κ)

Πασσιάς Λουκάνικα, Παριζάκι, Σαλάμια (Κ)

Υφαντής ΑΒΕΕ Λουκάνικα, Μπέικον (Κ)

Φάρμα Μητσόπουλος Χοιρινό Κρέας (Π)


ΨΑΡΙΑ (τυποποιημένα)


Νηρεύς Λαυράκι, Συναγρίδα, Τσιπούρα (Π)


Ερωτηματολόγια της Greenpeace στάλθηκαν στα παρακάτω ιχθυοτροφεία. Τα περισσότερα από τα ιχθυοτροφεία

δεν έχουν επώνυμα προϊόντα στην αγορά.


Lion Iχθυοκαλλιέργειες (Κ)

Neptunus (Π)

Sea Farm Ionian (Π)

Sparfish Υδατοκαλλιέργειες (Π)

Γαλαξίδι Θαλάσσιες Καλλιέργειες (Π)

ΔΙΑΣ Ιχθυοκαλλιέργειες (Π)

Ελληνικές Ιχθυοκαλλιέργειες (Π)

Ιχθυοκαλλιέργειες Σύμης (Π)

Ιχθυοτροφεία Κεφαλονιάς (Π)

Σελόντα (Π)

Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2007

Το χρωμα του φεγγαριου.

Τι χρώμα έχει η λύπη; Ρώτησε το αστέρι την κερασιά και παραπάτησε

στο ξέφτι κάποιου σύννεφου που περνούσε βιαστικά. Δεν άκουσες;

Σε ρώτησα, τι χρώμα έχει η λύπη;

Έχει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος

στην αγκαλιά της. Ένα βαθύ άγριο μπλε.

Τι χρώμα έχουν τα όνειρα;

Τα όνειρα; Τα όνειρα έχουν το χρώμα του δειλινού.

Τι χρώμα έχει η χαρά;

Το χρώμα του μεσημεριού, αστεράκι μου.

Και η μοναξιά;

Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί.

Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χαρίσω ένα ουράνιο τόξο,

Να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις.

Το αστέρι έκλεισε τα μάτια του κι ακούμπησε στον φράχτη.

Έμεινε κάμποσο εκεί και ξεκουράστηκε.

Και η αγάπη; Ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη;

…Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού, απάντησε το δέντρο

Τι χρώμα έχει ο έρωτας;

Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος.

Έτσι ,ε, Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, είπε το αστέρι…

Κοίταξε μακριά στο κενό…Και δάκρυσε…


Αλκυόνη Παπαδάκη

Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2007

Μπικικινια.

«Ναι καλά. Είμαι ό,τι πιο τρομακτικό υπάρχει και εσύ μου λες πως σου θυμίζω το θείο σου τον Παντελή. Σε λίγο θα μου πεις ότι μοιάζω και με κάνα ηθοποιό.»

«Τώρα που το λες, το Μορφέα από το Μάτριξ τον έχεις τίποτα;»

«Με δουλεύεις;»

«Ε, όχι και σε δουλεύω. Εσύ είσαι λίγο μυγιάγγιχτος.»

«Εγώ μυγιάγγιχτος; Εδώ μου έχεις ρίξει τόσες προσβολές. Μέχρι που δεν με πίστευες ότι είμαι ο Χάρος.»

«Ε, και; Εσύ μου διέλυσες την υδρορροή.»

«Τέσπα, ας το ξεχάσουμε τώρα. Ρίξε τα ζάρια.»

Ο διάλογος αυτός ήταν καθοριστικός. Ο Χαρούλης είχε αρχίσει να εκνευρίζεται και αυτό ήταν υπέρ μου. Έριξε δύο ασσόδυα μαζεμένα ενώ εγώ έφερα τις πρώτες μου εξάρες κι έστρωσα πεντάπορτο. Συνέχισα το ίδιο παραμύθι.

«Και πόσα καθαρίζεις το μηνα;»

«Ε;»

«Ξέρεις τώρα. Μπερντέ, μπικικίνια, λεφτά.»

«Πάει με την παράδοση. Συνολικά, κάτσε να υπολ-»

«Σ’ έπιασα!» φώναξα, διακόπτοντάς τον. Πράγματι, τον είχα τσακώσει σε δύσκολο σημείο. Το εξάπορτο ήταν σχεδόν έτοιμο και η πανωλεθρία του σχεδόν σίγουρη. «Ρίξε και φρόντισε να μη φέρεις μεγάλα.»

«Λες να μην το ξέρω;» μου πέταξε ειρωνικά. Άρπαξε τα ζάρια και τα κούνησε στα χέρια του. Ύστερα τ’ άφησε να πέσουν απαλά: Πεντάρες.

«Γιες!», αναφώνησα. Το υπόλοιπο του παιχνιδιού ήταν τυπικό και διήρκεσε κάνα δεκάλεπτο.

«Τι θα ‘λεγες για δύο στα τρία;» πρότεινε ο Χαρούλης.

«Εντάξει,» του είπα, σημειώνοντας τα πούλια του σε ένα κομμάτι χαρτί. Ξαναστήσαμε και ξεκίνησα πρώτος. Άνοιξε πολύ επιθετικά αλλά ήταν κάτι που χειριζόμουν με μαεστρία, καθώς το είχα μελετήσει διεξοδικά στο τρίτο έτος. Έπαιζε με την πλάτη στον τοίχο.

«Δε μου λες, έχεις τίποτα να τσιμπήσουμε;» μου είπε σε κάποια φάση.

«Έχω κάτι χτεσινά από fast-food.»

«Μόνο; Τι ‘σαι συ, ρε παιδί μου; Έρχεται ένας ξένος στο σπίτι κι εσύ μόνο αποφάγια έχεις;»

«Έχω και κάτι Ferrero Rocher («Μας κακομαθαίνετε, κύριε πρέσβη», μου είπαν? τους είπα ότι δεν είμαι πρέσβης και τα πήρα.).»

«Τι τσιγγουνιά, βρε αδερφέ. Και το κουτί της πίτσας άδειο είναι.»

Κατάλαβα ότι πήγε να παίξει την ίδια παγίδα που του έκανα κι εγώ, αλλά δε μάσησα και πέρασα στην αντεπίθεση. «Είπες πριν πως είναι η πρώτη μέρα σου;»

«Ναι,» απάντησε ξερά.

«Τι εννοούσες; Από πάντα εγώ νόμιζα πως ο Χάρος ήταν ένας.»

«Σιγά μη σας προλαβαίναμε. Κι εγώ ήταν να βγω σε τρία χρόνια σε αποστολές αλλά έτυχε ο πόλεμος στο Ιράκ.»

Δεν συνέχισα και έστρωσα σιγά σιγά τα πούλια μου για την τελική επίθεση, η οποία ήταν καταιγιστική. Πέντε πούλια σε τρεις ζαριές και ο Χαρούλης δεν ήξερε από πού του έρχονταν.

Μόλις έριξα την τελευταία ζαριά, ο Χαρούλης πήγε να κλείσει το τάβλι αλλά τον πρόλαβα. «Όχι ακόμα, Ρούλη. Λοιπον, μου χρωστάς εικοσιτέσσερις ώρες και …δέκα και έξι επί δέκα…εκατόν εξήντα ευρώ.»

«Ε;! Μα-»

«Δεν έχει μα. Κάναμε μια συμφωνία και έχασες.»

«Μα δεν έχω τίποτα,» μου απάντησε ενώ έβγαλε από τις τσέπες του κάτι κέρματα.

«Κι αυτά τι είναι;»

«Αυτά είναι για το δρόμο, για τα διόδια.»

«Μ’ αμάξι θα πάμε; Τέλος πάντων. Δέχομαι και επιταγές.»

«Από ποιό λογαριασμό;»

«Από τον δικό σου.»

«Μα δεν έχω λογαριασμό.»

«Καλά, βρε Χαρούλη. Επειδή είμαι καλή ψυχή, θα σ’ αφήσω να μου τα φέρεις αύριο που θα γυρίσεις.»

«Αύριο;»

«Ναι, αύριο. Λοιπόν, άντε στο καλό γιατί έχω και κάτι δουλίτσες.»

«Μα…δεν έχω πού να μείνω. Τι θα κάνω τόσες ώρες;»

«Πήγαινε σε κάνα ξενοδοχείο, σε κάνα σινεμά. Εγώ θα σου πω;»

«Μα, δεν έχω λεφτά.»

«Τόσο το καλύτερο. Πήγαινε σε καμιά διαδήλωση κατά του Ιράκ. Θα έχεις μεγάλο σουξέ.»

«Εντάξει, λοιπόν. Αλλά θα έρθω αύριο.»

«Ναι, εντάξει. Α, και μην βγεις από το μπαλκόνι. Βγες από την πόρτα κανονικά. Μην πάρεις το ασανσέρ, γιατί έχει χαλάσει.»

Πράγματι, με βαριά βήματα, ο Χαρούλης πήρε το δρεπάνι του, πέρασε το διάδρομο, και αφού βγήκε στο χωλ, άκουσα την πόρτα να κλείνει. Έτρεξα να προλάβω να του πω να προσέχει γιατί ο Κωστάκης συχνά κατουράει στις σκάλες. Μόλις άνοιξα την εξώπορτα άκουσα έναν εκκωφαντικό θόρυβο και μια σπαραχτική κραυγή. Έκλεισα την πόρτα, ανακουφισμένος που δε θα χρειαζόταν να φωνάξω, και κάθισα στην δερμάτινη καρέκλα.

Μετά από καμιά ώρα, χτύπησε το κουδούνι.

Να παμε που?

«Ααα, εντάξει τότε… Ο ΧΑΡΟΣ;!!!» Τινάχτηκα από την καρέκλα μου και απομακρύνθηκα από το κρεβάτι. Επιτέλους κατάλαβα τι μου θύμιζε. Αποφάσισα να το παίξω ψύχραιμος, μπας και τον τουμπάρω. Ξανακάθισα στην καρέκλα μου. «Αχά, χαίρομαι που σε γνωρίζω, βρε Χαρούλη – δε νομίζω να σε πειράζει το υποκοριστικό;»

«Μπα, ούτως ή άλλως δε θα τα λέμε για πολύ,» με καθησύχασε (ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε).

«Είσαι σίγουρα ο Χάρος;» τον ρώτησα, με μια κρυφή ελπίδα ότι όπου να’ ναι θα πεταχτεί από μια γωνιά ο Φερεντίνος.

«Ρε Γιάννη, βλέπεις τα μαύρα ρούχα και το άσπρο πρόσωπο;»

«Τα βλέπω.»

«Είναι Απόκριες

«Δεν είναι.»

«Άρα…»

«Ok, σιγουρεύτηκα. Αλλά δεν είναι δυνατόν να ήρθες για μένα. Είμαι σε τρομερά καλή κατάσταση. Ούτε αρρώστιες, ούτε τίποτα,» του εξήγησα, παίρνοντας ένα πειστικό ύφος.

«Sorry αλλά δεν κάνουμε λάθη, απ’ όσο μου έχουν πει τουλάχιστον. Ωραίο δωμάτιο πάντως. Ειδικά αυτή η αφίσα από τον Πόλεμο των Άστρων.»

«Ναι, πράγματι. Άσχετα με τι λένε, σαν την πρώτη τριλογία δεν ήταν τίποτα.» Συνειδητοποίησα για άλλη μια φορά την σοβαρότητα της κατάστασης. «Δε θέλω να φύγω,» του είπα με σιγουριά.

«Έλα ρε φίλε τώρα, ήδη έχω σπάσει κάνα-δυο πλευρά στην υδρορροή, μη μου το κάνεις αυτό πρώτη μέρα στη δουλειά.»

«Τώρα που το έφερε η κουβέντα, τι σκατά έκανες στην υδρορροή;»

«Ε, ήμουν από κάτω, είδα τα φώτα και είπα να κάνω μια είσοδο εντυπωσιακή, να έχει… ξέρεις … κάτι,» εξήγησε χτυπώντας τον αντίχειρα στον μέσο του δεξιού του χεριού. «Μετά άρχισα να σκαρφαλώνω, μια βλαμμένη στον δεύτερο μου πέταξε μια λεκάνη με νερό, ένα παιδάκι στον τρίτο μου πέταξε το ποδήλατο του, και πάνω που έφτασα στον πέμπτο έσπασε η υδρορροή. Έκανα ένα σάλτο αλλά προσγειώθηκα πάνω στα κάγκελα. Με λίγη προσπάθεια τα πέρασα και βρέθηκα στο μπαλκόνι.»

«Τόσο καλά. Εγώ δεν κατάλαβα γιατί να έρθεις από την υδρορροή. Δεν μπορούσες να χτυπήσεις το κουδούνι;» απόρησα.

«Έκανα ό,τι έλεγαν οι οδηγίες. Κοτζάμ Χάρος, θα σου χτύπαγα το κουδούνι; Μήπως ήθελες και σοκολατάκια;»

«Φίλε, άκουσε με, είναι αργά,»τον έκοψα.

«Ωραία, θες να φύγουμε;» μου πρότεινε.

«Να πάμε πού;»

Ειμαι καλα.

Καλημέρα. Με λένε Γιάννη και είμαι καλά. Εμένα που με βλέπετε, μη με βλέπετε έτσι. Έχω γλιτώσει από του Χάρου τα δόντια. Για την ακρίβεια, από τον ίδιο το Χάρο. Σαν τώρα το θυμάμαι. Μη μου πείτε πως δεν έχετε την περιέργεια να ακούσετε την ιστορία μου.

Ήταν πρωί τ’ Αυγούστου, γύρω στις 2 το βράδυ κι έξω έβρεχε, όπως βρέχει πάντα στα νησιά, Οκτώβρη μήνα. Είναι μαρτύριο αυτά τα ανοιξιάτικα μεσημέρια, ειδικά όταν είσαι μόνος κι έρημος στο σπίτι. Έτσι μόνος ήμουν κι εγώ και μόλις είχα κατεβάσει μια πίτσα με τέσσερα τυριά.

Κάτι σκάλιζα στον υπολογιστή μου ενώ το στερεοφωνικό (Sony – «go create», μου είπαν και συμφώνησα) ούρλιαζε ακριβώς όπως ο τραγουδιστής των Blind Guardian. Η τρομερή ικανότητα μίμησης φωνών και ήχων του στερεοφωνικού μου ήταν άλλη μία από τις απορίες της ζωής μου που δεν κατάφερα να λύσω ποτέ. Έτσι απότομα άλλαζε από Frank Sinatra σε Σωκράτη Μάλαμα και από Πασχάλη Τερζή σε Marilyn Manson. Γενικά, όσον αφορά τα ηλεκτρονικά, μου αρκούσε να ξέρω απλά να τα χειρίζομαι.

«Τακ τακ.»

Την περισυλλογή μου διέκοψε ένα χτύπημα στο τζάμι της μπαλκονόπορτας, δημιουργώντας μου μια καινούρια απορία: Mπορεί μια γάτα να σκαρφαλώσει πέντε ορόφους; Γιατί στον πέμπτο έμενα, ακριβώς κάτω από την ταράτσα και ακριβώς πάνω από τον τέταρτο. Πάντα έμενα ψηλά για να καταπολεμήσω την υψοφοβία μου, αν και τα αποτελέσματα δεν ήταν τα επιθυμητά. Το μόνο καλό ήταν πως είχα στάνταρ σήμα στο κινητό μου (Nokia – «Connecting people», μου είπαν και δεν διαφώνησα).

«Τακ τακ.»

Η γάτα γινόταν επίμονη κι εγώ ανυπόμονος. Δεν ήταν δυνατόν να έρχεται το κάθε βρωμόγατο και να σου χτυπάει το τζάμι τέτοια ώρα. Ξαναγύρισα στον υπολογιστή μου και άνοιξα το «ηλεκτρονικό μου γραμματοκιβώτιο» - βασικά το e-mail μου άνοιξα, αλλά άκουγα πολλούς να το λένε έτσι και μ’ άρεσε. Όπως έχετε καταλάβει, είμαι άνθρωπος με πολλές εσωτερικές αναζητήσεις. Η απορία μου με τα e-mail ήταν το πού κρυβόταν ο ηλεκτρονικός ταχυδρόμος. Περίμενα με αγωνία να φτάσουν τα μηνύματα αλλά ποτέ δεν κατάφερνα να τον δω. Ήταν άλλο ένα ζήτημα που είχε εξάψει την περιέργειά μου, καθώς η ηλεκτρονική του φύση με παραξένευε.

«Τακ τακ.»

Ήταν πλέον καιρός η περιέργεια μου να ασχοληθεί με τη γάτα. Σηκώθηκα προσεχτικά από τη δερμάτινη καρέκλα μου («ή Sato ή κάτω», μου είπαν, κι εγώ προτίμησα Sato) και πλησίασα το δίφυλλο του μπαλκονιού. Προετοιμάστηκα ψυχολογικά για το πέναλτυ, σαν τον Βασιλάκη τον Τσάρτα όταν καρφώνει τους αντίπαλους τερματοφύλακες. Τράβηξα απότομα τις κουρτίνες του Χυτήρογλου, άνοιξα βίαια την πόρτα αλλά τα γρήγορα αντανακλαστικά μου με βοήθησαν να μην κλωτσήσω αμέσως.

«Άντε, βρε αδερφέ, τόση ώρα. Πούντιασα μες στη βροχή.»

Τα λόγια αυτά βγήκαν από το στόμα( ενός μαυροφορεμένου αγρότη με πολλή πούδρα στη μάπα του. Αυτή ήταν τουλάχιστον η πρώτη μου εντύπωση. Αμέσως μετά σκέφτηκα ότι πρέπει να φόραγε καλό μέικ-απ γιατί δεν είχε ξεβάψει με τη βροχή. Max Factor ίσως.

Ήταν σχετικά κοντός, πιο κοντός από μένα. Φόραγε ένα μαύρο μακρύ ριχτό – σαν τη Μενεγάκη όταν ήταν έγκυος. Μόνο που η Ελενίτσα δεν φόραγε τη μαύρη κουκούλα που είχε αυτός ο τύπος και που κάλυπτε όλη του την κόμμωση. Προφανώς ήταν άλουστος.

Η φάτσα του ήταν πραγματικά ένα έργο τέχνης. Κάτασπρη σαν το γιαούρτι που μου πάσαρε ο φούρναρης («Είστε complet; με ρώτησαν? του είπα «Ναι,» αλλά το πήρα) και μακρόστενη. Μαύρο κενό στη θέση των ματιών αλλά και στα ρουθούνια. Και πάνω απ’ όλα στο στόμα, το οποίο ήταν ένα τεράστιο στραβό άνοιγμα, σαν να χασμουριόταν αγελάδα. Η φάση ήταν πως δεν φαινόταν να υπάρχει τίποτα παραμέσα, ούτε καν ύφασμα. Το άλλο περίεργο ήταν πως δεν είχε φρύδια, γεγονός στο οποίο δεν ήμουν συνηθισμένος. Μια παλιά μου γκόμενα, η Δωροθέα, έλεγε ότι βγάζει τα φρύδια της κάθε φορά που την έπαιρνα τηλέφωνο, αλλά όταν την έβλεπα τα είχε ακόμα. Τελικά, με παράτησε ή με κεράτωσε – μπορεί και τα δύο, δε θυμάμαι.

Το κορυφαίο με τον τυπά ήταν πως κράταγε ένα ματσούκι, από αυτά που κόβουν τα στάχυα το χειμώνα στα χωράφια. Δεν είχα δει ποτέ τέτοιο πράγμα από κοντά. Μόνο σε κάτι παιχνίδια στον υπολογιστή που σου το έβγαζε όταν σου τελείωναν οι σφαίρες για τα άλλα όπλα.

«Θα μου πεις να περάσω ή θα την βγάλουμε στο μπαλκόνι; Άντε και πονάει το πλευρό μου, μ’ αυτήν τη ρημάδα την υδρορροή που έχετε,» μου είπε και παρατήρησα πως η φωνή του ήταν πολύ βραχνή και μπάσα.

«Δεν έχω αντίρρηση να περάσεις, αλλά με ποιο δικαίωμα προσβάλλεις την υδρορροή;» του απάντησα, για να μη νομίζει ότι θα με καβαλήσει.

«Ε, τι να σου πω; Αφού ίσα ίσα μ’ άντεξε να σκαρφαλώσω.»

«Κάτσε, ρε φίλε. Ανέβηκες από την υδρορροή και σ’ άντεξε;»

«Όχι ακριβώς,» μου απάντησε με ένα απολογητικό τόνο στη φωνή του.

Τον προσπέρασα και βγήκα στο μπαλκόνι για να δω αυτό που φοβόμουν. Η υδρορροή από τον τρίτο όροφο και πάνω είχε λυγίσει και είχε πέσει προς τα κάτω, δημιουργώντας περίεργους σχηματισμούς. Ο τρίτος όροφος είναι αυτός πάνω από τον δεύτερο και κάτω από τον τέταρτο. Εκεί έμενε η οικογένεια Καρβούνη, πολύ καλοί άνθρωποι. Είχαν κι ένα αγοράκι, ένα αγγελούδι που το έλεγαν Κωστάκη.

«Κλείσε την πόρτα κι έχει ψόφο έξω,» μου φώναξε ο καλοβαμμένος αγρότης με τα μαύρα.

Τότε συνειδητοποίησα πως πράγματι είχε κρύο και προτίμησα να μπω μέσα που έκανε ζέστη («μέσα θα κάνει Fujitsu», μου είπαν και τους είπα εντάξει). Έκλεισα την πόρτα και έβαλα στη θέση τους τις κουρτίνες. Γύρισα και είδα τον άντρα να έχει κάτσει στο κρεβάτι μου και να έχει γείρει προς τα πίσω.

«Περίμενε δυο λεπτά να σου φέρω κάτι,» του είπα και πετάχτηκα στην κουζίνα. Θυμόμουν πως είχα πάρει κάτι παυσίπονα πριν λίγες μέρες. Τα βρήκα κάτω από μια χαρτοσακούλα των Goody’s («Γρήγορα ναι, πρόχειρα όχι», μου είπαν και αμέσως έκανα την παραγγελία μου). Έβαλα νερό από τη βρύση και έριξα ένα από τα χάπια μέσα. Ξαναγύρισα στο δωμάτιό μου όπου ο μαυροφόρος είχε καθίσει πιο άνετα και χάζευε το χώρο.

«Ορίστε,» είπα καθώς του έδινα το ποτήρι.

«Ευχαριστώ. Αν και ήδη νιώθω καλύτερα,» μου απάντησε. «Σιγά σιγά, ξεκίνα να μαζεύεις για να φύγουμε.»

«Να φύγουμε;! Πού να πάμε;», του πέταξα απορημένος.

«Δεν κατάλαβες;» με ρώτησε με ύφος πονηρό.

«Συγγνώμη, αλλά το αστείο παρατράβηξε. Σπας την υδρορροή της πολυκατοικίας, σε βάζω στο σπίτι μου, σου δίνω και παυσίπονο, κι εσύ συνεχίζεις να με δουλεύεις;»

«Δε σε δουλεύω καθόλου. Είσαι ο Γιάννης Γεωργόπουλος και μένεις Αριστείδου 32 στον 5ο όροφο, έτσι δεν είναι;»

«Σωστά όλ’ αυτά, αλλά το κόλλημά σου ποιό είναι; Εσύ ποιός είσαι στην τελική;» τον ρώτησα απειλητικά γιατί είχα αρχίσει να τα παίρνω.

«Ο Χάρος είμαι και ήρθα να σε πάρω,» μου αποκρίθηκε φυσικότατα, λες και μου έλεγε ότι είναι ο κύριος Νίκος ο διαχειριστής.


Technorati Profile

Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2007

Ο Παρις.

O Πάρις είδε ότι δεν την βγάζει καθαρή και πήδηξε πάνω στο βωμό του Eρκείου Διός. Kαι τότε η αδερφή του η Kασσάνδρα που ήτανε και μάντις τον γνώρισε:
- Kαλέ, αυτός είναι τ' αδερφάκι μας, ο Πάρις.
Πέσανε οι γονιοί του, τον αγκαλιάσανε, κλάψανε όλοι και μόνο που δεν έγινε ταινία με τον τίτλο "Mητέρα είμαι ένα βοσκόπουλο". Kαι μετά πια έμεινε στ' ανάκτορα και πέρναγε ζάχαρη. Για τον ταύρο δεν μάθαμε, δυστυχώς, τι απόγινε.
Kάποτε, λοιπόν, του αναθέσανε μια αποστολή στη Σπάρτη να πάη να φέρη λάδια μαύρη αγορά. Kαι νάσου τον εδώ που τον αφήσαμε.
Kαλά πέρναγε στο παλάτι και δεν την είχε δη την Eλένη. Kαι ξαφνικά ο Mενέλαος πήρε ένα μπουγιουρντί.
- Mεγαλειότατε, πρέπει να πάτε στην Kρήτη.
- Tι να κάνω;
- N' αγοράσετε μια παρτίδα ξυλοκέρατα.
Έφυγε ο Mενέλαος με ξυλοκεραταποστολή και έμεινε ο Πάρις στο παλάτι. Kαι, μεσημεράκι ήτανε, φυσάγανε κάτι αεράκια μυρωμένα με λεμονανθό, έκανε να ξαπλώση και ξαφνικά μέσα από τις κουρτίνες νάσου να τον κρυφομπανίζη η Λένα.
H Λένα είχε ακούσει ότι είναι κούκλος ο ξένος, αλλά όσο ήτανε ο άντρας της δεν παρουσιαζότανε, καθόσον κακόν και πονηρόν. Mόλις κ' έστριψε την πλάτη ο σύζυγος, νάσου την να τον δη σώνει και καλά.
Aυτό ήτανε και το κου ντε φουντρ, που λένε. Mόλις και τον είδε τρελλάθηκε.
Mπήκε, λοιπόν, και την είδε και ο Πάρις και μουρλάθηκε κι' ελόγου του.
Nα κάτι κουβεντούλες, να κάτι γελάκια, να κάτι γαργαλητά, να κάτι αστεία… φαίνεται ότι το πράμα προχώρησε μέχρι το… απροχώρητο. Kι' όταν φτάσανε στο "τέρμα τα δίδραχμα", η Λένα την είχε ψωνίσει αγρίως.
- Δεν συγκρίνεσθε με τον Mενέλαόν μου.
- Kαλύτερος εγώ;
- Kαλέ, ξερολούκουμο.
Ύστερα στέναξε.
- Aχ, που έφαγα τα νιάτα μου μ' αυτόν. Aχ, που δεν με καταλαβαίνει. Aχ που αδικούμαι.
Όλες οι γυναίκες άμα την κάνουνε τη βρωμιά, ρίχνουνε το άδικο στον σύζυγο που δεν τις καταλαβαίνει. Kαι το Λενιώ τα ίδια. Kι' άμα είδε ότι ο μικρός το δαγκώνει το τουρσάκι, τούπεσε στο γεμάτο.
- Πάμε να φύγουμε.
- Πού να πάμε;
- Στον τόπο σου.
Tο άλλο πρωί μαγκώνει η Λένα ό,τι καλό πράμα είχε το μαγαζί, το μπογαλιάζει, παίρνει και τον Πάρι της και το άλλο πρωί, από το νησάκι την Kραναή πούναι έξω από το Γύθειο, το σκάσανε για την Tροία.
Φτάσανε καμμιά φορά και λέει ο πατέρας του Πάρι, ο Πρίαμος.
- Xαλάλι σου ρε, μόνο μη μας ανάψει καμμιά φωτιά.
- Mη φοβάσθε, πάτερ.
Γύρισε ο Mενέλαος με τα ξυλοκέρατα τα Kρητικά, αλλά μόλις και πάτησε του είπανε:
- Πήγατε για ξυλοκέρατα;
- Mάλιστα.
- Tι τα θέλατε που έχουμε τα δικά σας;
Έξαλλος ο Mενέλαος φώναξε τους πρίγκηπες όλους.
- Δεν ορκιστήκατε ρε ότι θα με υποστηρίξετε;
- Nαι.
- Mου φάγανε τη Λένα.
Mαζευτήκανε, λοιπόν, όλοι να πάνε να πλύνουνε την προσβολή. O Oδυσσέας που είχε και μυαλό, έκανε μια πρόταση:
- Nα πάω εγώ με τον Mενέλαο, μπας και μας την δώσουνε χωρίς καυγά;
- Nα πάτε.
Πήγανε, λένε "θέλουμε την Eλένη", γελάγανε στην Tροία.
- Pε άντε από δω, κερχελέδες.
Kαι τότε είναι που σηκώθηκε ο στόλος και πήγε από την Aυλίδα (Iφιγένεια) στην Tροία.
Άμα κι' είδανε οι Tρώες ότι το πράμα παίρνει σοβαρή μορφή, κιοτέψανε.
Λέει, λοιπόν, ο Mενέλαος:
- Nάρθη αυτός ο κερατάς ο Πάρις να μονομαχήσουμε.
- Παρντόν, του αποκριθήκανε, αλλά ο κερατάς είσθε σεις.
- Θάρθη;
Πήγε ο Πάρις, αλλά ο Πάρις δεν ήτανε γενναίος. Γενναίος και ωραίος δεν γίνεται. Λοιπόν, πάνω που θα τον έκανε τ' αλατιού ο Mενέλαος, μπήκε στη μέση η Aφροδίτη και τον γλύτωσε.
Tότε είναι που άναψε ο Tρωικός πόλεμος και η Eλένη τράβαγε τα μαλλιά της, διότι της άρεσε πάντα ο Πάρις, αλλά τον ήθελε και τον Mενέλαο.
Tέλος πάντων, ξέρουμε για τον Tρωικό πόλεμο, να μην τα ξαναλέμε και να μην κάνουμε και χαλάστρα του Όμηρου γέρου ανθρώπου λίαν αξιοσεβάστου και πολλάκις παρεξηγηθέντος παρά των ερμηνευτών του…
Kαλοπέρναγε πάντα ο Πάρις και δεν μάλωνε και πολύ και η Eλένη άρχισε να τον σιχαίνεται.
- Άντρας είσαι συ;
Mέχρι που βρέθηκε εκείνο το παλληκαράκι ο Φιλοκτήτης και τον στρίμωξε τον Πάρι και τον καθάρισε.
H Eλένη έκλαψε για τα μάτια, αλλά τάφτιαξε με τον κουνιάδο της τον Δηίφοβο να μη μένη κι' απότιστη. Δια πυρός και σιδήρου, που λένε, η Λενιώ.
Όταν οι Έλληνες πήρανε την Tροία, ο Mενέλαος βγήκε έξω θηρίο.
- Πού είναι ο Δηίφοβος;
- Kάπου έχει πάει, έρχεται.
Tον περίμενε, λοιπόν, και μόλις ήρθε τον έβαλε στο κοντό με τον κοντό του.
- Άτιμο ον…
- Στάσου.
- Nα με διπλοκερατώσης, ρε;
- Mα…
- Mαξ, είπε ο Mενέλαος και εφόνευσεν αυτόν πάραυτα. Και μετά πήγε στην Eλένη.
- Παλιοπ…
Kι' όπως ήτανε να την σκοτώση κι' αυτήν, την είδε και τ' ανάψανε τα μεράκια.
- Άντε στη χαρίζω.

Ακροθαλασσι.

Αν δεν κτυπούσανε τα κύματα εκείνους τους βράχους στ' ακροθαλάσσι, δε θα καμάρωνες το σχήμα τους. Έτσι δεν είναι; Στοιχίζει ακριβά η πείρα, αγόρι μου. Στοιχίζει πανάκριβα η σοφία της ψυχής. Γιατί η σοφία του μυαλού είναι άλλο πράμα. Την αποκτά κανείς με τη γνώση. Τούτη δω που σου λέω, η σοφία της ψυχής, αποκτιέται μόνο με πόνο. Κάποιες στιγμές αναρωτιέμαι αν αξίζει τον κόπο. Δεν ξέρω. Άντε βάλε τσίπουρο. Σαν το νερό πάει το άτιμο… Κάποτε πίστεψα κι εγώ όπως πολλοί άλλοι, πως θα' φτιαχνα από την αρχή τον κόσμο. Τα' δωσα όλα. Δεν κράτησα ουτ' ένα ψίχουλο για τον εαυτό μου. Γιατί έτσι είμαι γω, π' ανάθεμά με. Ή αδειάζω το ποτήρι μου ή δεν το λερώνω καθόλου. Δεν έγινε τίποτα. Ο κόσμος στο χειρότερο πάει. Και ξέρεις ποιό είναι το παράξενο; Δεν αισθάνομαι χαμένος. Προδομένος. Προσωπική υπόθεση, φίλε, η δικαίωση. Καθένας χαράσσει με το σουγιαδάκι του ένα σήμα στο δέντρο της ζωής. Είναι μερικοί, που χαράσσοντας αυτό το σήμα, τους ξεφεύγει το μαχαίρι και πληγώνονται. Είναι γιατί ήταν πολύ παθιασμένοι εκείνη τη στιγμή. Είναι γιατί τρέμανε τα χέρια τους από τα πολλά όνειρα. Είναι γιατί τα μάτια τους είχαν θαμπωθεί από την ομορφιά του κόσμου. Ε! Δεν έπαψε η γή να γυρίζει,ε;

Το χρωμα της λυπης.

Τι χρώμα έχει η λύπη; Ρώτησε το αστέρι την κερασιά και παραπάτησε
στο ξέφτι κάποιου σύννεφου που περνούσε βιαστικά. Δεν άκουσες;
Σε ρώτησα, τι χρώμα έχει η λύπη;
Έχει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος
στην αγκαλιά της. Ένα βαθύ άγριο μπλε.
Τι χρώμα έχουν τα όνειρα;
Τα όνειρα; Τα όνειρα έχουν το χρώμα του δειλινού.
Τι χρώμα έχει η χαρά;
Το χρώμα του μεσημεριού, αστεράκι μου.
Και η μοναξιά;
Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί.
Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χαρίσω ένα ουράνιο τόξο,
Να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις.
Το αστέρι έκλεισε τα μάτια του κι ακούμπησε στον φράχτη.
Έμεινε κάμποσο εκεί και ξεκουράστηκε.
Και η αγάπη; Ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη;
…Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού, απάντησε το δέντρο
Τι χρώμα έχει ο έρωτας;
Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος.
Έτσι ,ε, Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, είπε το αστέρι…
Κοίταξε μακριά στο κενό…Και δάκρυσε…